Τα Μουσικά Όργανα των Αρχαίων Ελλήνων

Μέσα από το σύνολο των πηγών – εικονογραφία, θεωρητικά κείμενα περί Μουσικής και Αρμονικής συγγραφέων της εποχής όπως ο Αριστόξενος, ο Κλεωνίδης κ.α. – συμπεραίνουμε με σχετική ασφάλεια τον τρόπο κατασκευής και εκτέλεσης των μουσικών οργάνων.

Η «χρήση» της λύρας λ.χ. και της κιθάρας, μας παραδίδεται με μεγάλη ακρίβεια μέσα από τις δεκάδες σωζόμενες παραστάσεις. Ειδικότερα η τοποθέτησή της, ο τρόπος που κρατά το όργανο ο μουσικός και ο τρόπος παιξίματος, η χρήση και των δύο χεριών και η «συνεργασία» του μουσικού με τον αοιδό, είναι ζητήματα τα οποία λιγότερο ή περισσότερο έχουν βρει την απάντησή τους μέσα από την προσεκτική μελέτη της σωζόμενης αγγειογραφίας σε συνδυασμό με πληροφορίες / οδηγίες που μας παραδίδονται από τους Λυρικούς Ποιητές, η ακόμα και τον Αριστοφάνη.

Για τα όργανα των αρχαίων Ελλήνων αντλούμε τα περισσότερα στοιχεία από την πλούσια εικονογραφία και ειδικότερα από τις αγγειογραφίες, τα ανάγλυφα, τα ψηφιδωτά, τα αγάλματα κ.α. Τα σωζόμενα μουσικά όργανα, έστω και σε θραυσματική μορφή, είναι ελάχιστα, ιδιαίτερα όμως εύγλωττα, ενώ, τέλος, πηγή πληροφοριών είναι τα πάσης φύσεως έργα και κείμενα στα οποία διασώζεται ένας σοβαρός όγκος πληροφοριών, με βάση τις οποίες ο Λύραυλος δημιούργησε αυθεντικά ανακατασκευασμένα μουσικά όργανα.

ΠΝΕΥΣΤΑ 

Αυλός & Δίαυλος : το σημαντικότερο αρχαιοελληνικό πνευστό, χρησιμοποιείτο σε όλες σχεδόν τις ιδιωτικές και δημόσιες τελετές, στους εθνικούς αγώνες, στις πομπές και φυσικά στις παραστάσεις τραγωδίας. Είχε χαρακτήρα οργιαστικό και ήταν συνδεδεμένος με την λατρεία του θεού Διονύσου.

 Σύριγξ : πνευστό ιδιαίτερα ταπεινής θέσης, χρησιμοποιείτο ευρύτατα από τους ποιμένες ήταν μάλιστα συνδεδεμένη με τον θεό Πάνα η πολυκάλαμη εκδοχή του οργάνου ονομαζόταν μάλιστα «σύριγγα του Πανός». Η σύριγγα δεν χρησιμοποιείτο για καλλιτεχνικούς σκοπούς.

Σάλπιγξ : Κατασκευασμένη από χαλκό. Δεν χρησιμοποιούνταν για καθαρά μουσικούς σκοπούς, αλλά για πολεμικά σαλπίσματα καθώς και για τελετουργικούς σκοπούς.

Κοχύλι : μια φυσική σάλπιγγα. Οι αρχαίοι χρησιμοποιούσαν συνήθως τρίτωνα ή κάσση ή στρόμβο.

Ύδραυλις : Έπειτα από πολύχρονη εξαντλητική έρευνα σε πάσης φύσεως πηγές, η κατασκευή μας βασίστηκε κυρίως στις λεπτομερείς περιγραφές που έχουμε από τον Ήρωνα και τον Βιτρούβιο καθώς και στις δύο Υδραύλεις που ανακάλυψε η αρχαιολογική σκαπάνη στο Δίον του Ολύμπου και στην πόλη Aquincum της Ουγγαρίας αντίστοιχα. Πρόκειται για το πρώτο πληκτροφόρο πολυφωνικό όργανο στην ιστορία, τον πρόγονο του σημερινού εκκλησιαστικού οργάνου. Το κατασκεύασε στην Αλεξάνδρεια ο Κτησίβιος 3ος αι. π.Χ. ο οποίος θεωρείται ιδρυτής της σχολής των αλεξανδρινών μηχανικών (Μουσείο) και πατέρας της “Πνευματικής”, δηλαδή της επιστήμης που ασχολείται με τον αέρα και τις χρήσεις του. Έμεινε γνωστός κυρίως για τρία επιτεύγματά του: την καταθλιπτική αναρροφητική αντλία, το υδραυλικό ωρολόγιο και το υδραυλικό μουσικό όργανο (ύδραυλις). Με μακρά και συνεχή παρουσία (Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, Βυζάντιο, Ρωμαιοκαθολική εκκλησία) η ύδραυλις και μετέπειτα το εκκλησιαστικό όργανο συνέβαλαν τα μέγιστα στο να κτιστεί το μεγάλο οικοδόμημα της δυτικής πολυφωνικής μουσικής.


ΚΡΟΥΣΤΑ

Τύμπανο : όργανο κατεξοχήν «γυναικείο», χρησιμοποιείτο περισσότερο στις οργιαστικές λατρείες – πχ Βακχικές. Όπως και όλα εξάλλου τα κρουστά, δεν χρησιμοποιείτο για καθαρά μουσικούς σκοπούς, αλλά κυρίως σε τελετές και λατρευτικού χαρακτήρα θρησκευτικές εκδηλώσεις.

Κρόταλα ή Κρέμβαλα : ξύλινα κρουστά αντίστοιχα με τις σημερινές καστανιέτες. Χρησιμοποιούνταν για να κρατάνε τον ρυθμό των χορευτών και συνήθως τα κρατούσαν γυναίκες.

Κύμβαλα : κατασκευασμένα από μέταλλο, συνδέονταν κατεξοχήν με την διονυσιακή λατρεία και τελετές. Είχαν ασιατική προέλευση και μολονότι χρησιμοποιούντο δεν θεωρούντο όργανα με ουσιαστική αξία.

Σείστρο: με τον οξύ του ήχο αποτελούσε ένα είδος ρυθμικής συνοδείας.

ΕΓΧΟΡΔΑ

Λύρα : το πλέον διαδεδομένο έγχορδο της αρχαίας Ελλάδας, ένα μουσικό όργανο ιδιαίτερα δημοφιλές αφού δεν ήταν όργανο απαραίτητα των επαγγελματιών. Σύμβολο του Απόλλωνα, η λύρα δεν χρησιμοποιείτο σε εκδηλώσεις σε ανοιχτούς χώρους, ενώ ήταν το κατεξοχήν όργανο για εκπαίδευση των νέων. Μπορεί να χαρακτηριστεί ως το εθνικό όργανο των αρχαίων Ελλήνων.

 


 Κίθαρις : συνήθως με τετράγωνη βάση είναι το μουσικό όργανο που απαιτεί δεξιοτεχνία γι’ αυτό χαρακτηρίζεται ως το όργανο των επαγγελματιών κιθαρωδών και των μεγάλων μουσικών αγώνων. Μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένας πιο τελειοποιημένος τύπος λύρας.

Όπως φαίνεται στις διάφορες παραστάσεις από αγγεία, κλπ, οι βραχίονες και ο ζυγός υποστηρίζονται από ένα μηχανισμό με ελάσματα που εξασφάλιζε την τάση των χορδών και πολύ πιθανόν επέτρεπε στον μουσικό να «κλειδώνει και να ξεκλειδώνει» το ζυγό έτσι ώστε περιστρέφοντάς τον να αλλάζει το τονικό ύψος όλων των χορδών μαζί. Το αριστερό χέρι περασμένο μέσα από τον τελαμώνα ( όπως και στη λύρα), άγγιζε επιλεκτικά κάποιες χορδές ούτως ώστε να σταματά η δόνησή τους κατά την κρούση του πλήκτρου. Οι χορδές της κιθάρας αλλά και της λύρας την κλασική εποχή ήταν 7-8.

Φόρμιγξ: η παλαιότερη ίσως μορφή / εκδοχή της αρχαίας κιθάρας, κατεξοχήν συνδεδεμένη με την απόδοση από ραψωδούς των ομηρικών επών. Θεωρείτο ιερό όργανο και ίσως υπήρξε το πιο αρχαίο έγχορδο.

Βάρβιτος : με πιο μεγάλους βραχίονες και ως εκ τούτου με πιο μεγάλες χορδές, το μουσικό αυτό όργανο έχει χαμηλότερη έκταση, και ήχο γλυκύτερο και πιο βαρύ από εκείνο της λύρας.

Πανδούρα ή Πανδουρίς: τρίχορδο όργανο, πρόγονος του λαούτου, ονομαζόμενο από τους αρχαίους και ως τρίχορδον.